Menu
A+ A A-

Download this policy brief as a PDF

 

Αναγκαίες Επενδύσεις και Οφέλη από την Προσαρμογή
της Κύπρου στην Κλιματική Αλλαγή

 

Θεόδωρος Ζαχαριάδης

Καθηγητής στο Ινστιτούτο Κύπρου

 


 

ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ

  • Και οι δύο πυλώνες της κλιματικής πολιτικής (μετριασμός της κλιματικής αλλαγής και προσαρμογή στην ήδη συντελούμενη κλιματική αλλαγή) είναι απαραίτητοι για την ευημερία, την κοινωνική συνοχή και την οικονομική σταθερότητα στην Κύπρο.
  • Υπάρχει σημαντική υστέρηση μεταξύ αναγκαίων και προγραμματισμένων επενδύσεων για την κλιματική προσαρμογή. Οι ανάγκες για επιπρόσθετες επενδύσεις έως το 2050 εκτιμώνται σε 3,4 δις. Ευρώ σε σημερινές τιμές, ή 0,4% του ΑΕΠ όλης της περιόδου, αλλά αυτή τη στιγμή έχει προγραμματιστεί λιγότερο από το 30% αυτών. Το ύψος των αναγκαίων επενδύσεων βρίσκεται εντός των δυνατοτήτων της κυπριακής οικονομίας.
  • Αν δεν ληφθούν από τώρα επιπλέον μέτρα προσαρμογής, πέρα από αυτά που ήδη δρομολογούνται, κατά τις επόμενες δεκαετίες οι ανάγκες για ενίσχυση και αποκατάσταση υποδομών και για αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές μπορεί να εκτροχιάσουν τις κρατικές δαπάνες.
  • Εκτός από τις οικονομικές επιπτώσεις, η κλιματική κρίση υπονομεύει και την κοινωνική δικαιοσύνη: η Κύπρος αναμένεται να είναι από τις χώρες με τις εντονότερες επιπτώσεις στα ευάλωτα νοικοκυριά. Η οικονομική πολιτική δεν έχει περιθώριο να αγνοήσει την κλιματική κρίση.

 


 

«Το παραδοσιακό μας σύστημα αντιμετώπισης και αντίδρασης σε ακραία κλιματικά φαινόμενα δοκιμάζεται στα όριά του. Γι’ αυτό η προσαρμογή δεν αποτελεί πλέον επιλογή, αλλά αναγκαιότητα.»

Carlo Buontempo, Διευθυντής Copernicus Climate Change Service (αναφέρεται εδώ)

Το υπόβαθρο της μελέτης μας

Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα έχει αποδεχτεί πλέον ότι η κλιματική αλλαγή εξελίσσεται σε κρίση. Οι προσπάθειες για περιορισμό και τελικά εξάλειψη των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου είναι απολύτως απαραίτητες για να παραμείνει το πρόβλημα αντιμετωπίσιμο, δηλαδή να επιτευχθεί μετριασμός της κλιματικής αλλαγής. Η πρόοδος δεν είναι τόσο γρήγορη όσο χρειάζεται αλλά, χάρη στη μείωση του κόστους πολλών πράσινων τεχνολογιών, οι προοπτικές μείωσης των εκπομπών είναι καλύτερες από ποτέ.
 
Ταυτόχρονα όμως, είναι φανερό ότι ένα μέρος της κλιματικής αλλαγής έχει ήδη συντελεστεί και είναι πιθανότατα μη αναστρέψιμο. Η Ευρώπη θερμαίνεται γρηγορότερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, και η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής ακόμα γρηγορότερα. Συνεπώς, παράλληλα με τον περιορισμό των εκπομπών που χρειάζεται για να μετριαστεί η αλλαγή του κλίματος, είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων για την προσαρμογή στην ήδη συντελούμενη κλιματική αλλαγή.
 
Ο μετριασμός (μείωση των εκπομπών) μπορεί να υλοποιηθεί κατά κύριο λόγο με τεχνολογίες και μέτρα που έχουν παρόμοιο κόστος παγκόσμια, και γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν πανευρωπαϊκά νομοθετημένες υποχρεώσεις για τη μείωση των εκπομπών, την εξοικονόμηση ενέργειας, τη διείσδυση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κλπ. Απεναντίας, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή δεν μπορεί να ρυθμιστεί με ομοιόμορφες πανευρωπαϊκά υποχρεώσεις, καθότι εξαρτάται από τις τοπικές συνθήκες και απαιτεί λεπτομερείς εκτιμήσεις που διαφοροποιούνται ανά περιοχή. Επίσης, στην προσαρμογή παίζει κυρίαρχο ρόλο η αβεβαιότητα, καθότι η αλλαγή του κλίματος μπορεί να εξελιχθεί με απρόβλεπτο (μη γραμμικό) τρόπο, καθορίζεται από αλληλεπιδράσεις μεταξύ φυσικών φαινομένων που δεν έχουν διερευνηθεί επαρκώς και ενίοτε οδηγεί σε σοβαρές φυσικές καταστροφές στις οποίες δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν οι βασικές υποδομές, ακόμα και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου (όπως φανερώνουν λ.χ. οι τεράστιες πυρκαγιές στις ΗΠΑ το 2024-25 και στον Καναδά το 2022 ή οι εντονότατες και φονικές πλημμύρες στη Γερμανία το 2021 και στην Ισπανία το 2024).
 
Παρά τις μεγάλες αβεβαιότητες, κάθε χώρα του πλανήτη οφείλει να ετοιμάζει και να υλοποιεί σχέδια προσαρμογής, αφενός επειδή όλοι οι κύριοι επιστημονικοί φορείς και οι διεθνείς οργανισμοί συμφωνούν πως το κόστος της ανεξέλεγκτης κλιματικής αλλαγής θα είναι οπωσδήποτε μεγαλύτερο, και αφετέρου επειδή το μεγαλύτερο μέρος των δράσεων προσαρμογής θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί από δημόσιους πόρους.
 
Όπως αναφέρει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος στην πανευρωπαϊκή ανάλυση επικινδυνότητας (European Climate Risk Assessment) που διεξήγαγε το 2024, οι κίνδυνοι της κλιματικής κρίσης επηρεάζουν τους συντριπτικά περισ-σότερους τομείς δημόσιας πολιτικής και πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως οι κίνδυνοι εθνικής ασφάλειας και όπως αντιμετωπίζουν τους αντίστοιχους κινδύνους οι ασφαλιστικοί οργανισμοί.
 
Συνεπώς, ο σχεδιασμός της προσαρμογής στην κλιματική κρίση θα πρέπει πλέον να περιλαμβάνεται στον βασικό οικονομικό σχεδιασμό μιας χώρας: στον κρατικό προϋπολογισμό, στην ανάλυση μεσοπρόθεσμων οικονομικών κινδύνων, στην αποτίμηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους κλπ.
 
Αυτή την περίοδο, η Κυπριακή Δημοκρατία βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο αναθεώρησης της Εθνική της Στρατηγικής για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ), καταστρώνοντας λεπτομερή ανάλυση επικινδυνότητας σε όλους τους τομείς της οικονομίας και καταλήγοντας σε 119 μέτρα και πολιτικές προσαρμογής που πρέπει να υλοποιηθούν τα επόμενα χρόνια.
 
Ενώ το κείμενο της Στρατηγικής αναγνωρίζει όλα σχεδόν τα αναγκαία έργα, είναι σημαντικό να επιχειρηθεί λεπτομερέστερη κοστολόγησή τους, στο μέτρο του δυνατού, και να αναδειχθούν τα οφέλη αυτών των μέτρων έναντι των ζημιών που μπορούν αν επέλθουν αν δεν υλοποιηθούν μέτρα προσαρμογής. Με αυτό το σκεπτικό, ξεκινώντας από την ΕΣΠΚΑ και λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη άλλες κρατικές πολιτικές και στρατηγικά σχέδια καθώς και αποτελέσματα άλλων μελετών για την Κύπρο ή/και άλλες μεσογειακές χώρες, επιχειρήσαμε να χαρτογραφήσουμε:
 
(α)  Ποιο είναι το ύψος των αναγκαίων επενδύσεων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή στην Κύπρο μέχρι τα έτη 2030 και 2050
(β)  Πόσες από αυτές τις επενδύσεις έχουν προγραμματιστεί ή ήδη υλοποιούνται
(γ)   Ποιο μέρος αυτών των επενδύσεων πρέπει να προέλθει από δημόσιους πόρους
(δ)   Ποιες είναι οι αναμενόμενες οικονομικές ζημίες από την κλιματική αλλαγή στην Κύπρο αν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής.
 
Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε εξηγείται στο χωριστό πλαίσιο στο τέλος της παρούσας σελίδας.

 

Αποτελέσματα

Εξετάζουμε αρχικά συνδυαστικά τα ερωτήματα (α) και (β) πιο πάνω. Όπως φαίνεται στην Εικόνα 1, σε όλους τους τομείς πολιτικής υπάρχει σημαντική υστέρηση μεταξύ των επενδύσεων που έχουν προγραμματιστεί για την κλιματική προσαρμογή και αυτών που έχει αναγνωριστεί ότι πρέπει να γίνουν. Οι ανάγκες για επιπρόσθετες επενδύσεις ως το 2050 εκτιμώνται σε 3,4 δις. Ευρώ σε σημερινές τιμές, ή 0,4% του ΑΕΠ όλης της περιόδου, αλλά αυτή τη στιγμή έχει προγραμματιστεί λιγότερο από το 30% αυτών – έργα αξίας περίπου 950 εκ. Ευρώ.

figure1

Εικόνα 1: Αναγκαίες και προγραμματισμένες επενδύσεις κλιματικής προσαρμογής.

 

Το ύψος των επενδύσεων δεν είναι απαγορευτικό για τις δυνατότητες της κυπριακής οικονομίας, γιατί τόσο ο σχεδιασμός των κρατικών υπηρεσιών όσο και οι επενδύσεις των ιδιωτών έχουν ήδη περιλάβει πολλά μέτρα προσαρμογής στις υφιστάμενες κλιματικές συνθήκες της Κύπρου.
 
Για παράδειγμα, οι υφιστάμενες δαπάνες για αντιμετώπιση της λειψυδρίας, για την προστασία από πυρκαγιές και πλημμύρες, για κλιματιζόμενους χώρους στις οικίες και στα νοσοκομεία κλπ. δεν καταγράφονται εδώ ως δαπάνες προορισμένες ειδικά για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, γιατί γίνονται ήδη, ανεξάρτητα από την έκταση της κλιματικής κρίσης στο μέλλον.
 
Επίσης, σημαντικό μέρος των αναγκαίων επενδύσεων (το 63% σύμφωνα με την Εικόνα 2) αφορούν την ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων. Επειδή αυτό το μέτρο συμβάλλει τόσο στην προσαρμογή όσο και στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, υπάρχουν ήδη νομοθετημένες υποχρεώσεις μέσω τουλάχιστον δύο Ευρωπαϊκών Οδηγιών για την εξοικονόμηση ενέργειας και για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (αντίστοιχα οι Οδηγίες (ΕΕ) 2023/1791 και (ΕΕ) 2024/1275). Ως αποτέλεσμα, βρίσκονται σε εξέλιξη σημαντικά έργα ενεργειακών αναβαθμίσεων σε κατοικίες και σε μη οικιστικά κτίρια, που αντιστοιχούν στο 78% των προγραμματισμένων επενδύσεων (Εικόνα 3).
 
Ο τομέας των κτιρίων είναι ενδεικτική περίπτωση όπου ένα έργο μετριασμού της κλιματικής αλλαγής συμβάλλει και στην προσαρμογή και αντίστροφα, και έχει μάλιστα πολλαπλά πρόσθετα οφέλη επειδή βοηθά ταυτόχρονα στη μείωση της ενεργειακής φτώχειας και της εξάρτησης από ακριβές ενεργειακές υποδομές και εισαγωγές καυσίμων.

 

figure2

Εικόνα 2: Εκτιμώμενη κατανομή των απαιτούμενων επενδύσεων κλιματικής προσαρμογής.

 

figure3

Εικόνα 3: Εκτιμώμενη κατανομή των προγραμματισμένων επενδύσεων κλιματικής προσαρμογής.

 

Ωστόσο, θα πρέπει να δοθεί σημασία και σε επενδύσεις που μέχρι τώρα δεν θεωρούνταν επείγουσες για τα κυπριακά δεδομένα. Έργα όπως η προστασία των παράκτιων υποδομών από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του ηλεκτρικού δικτύου στους καύσωνες και οι μηχανισμοί παρακολούθησης προβλημάτων στη δημόσια υγεία λόγω καυσώνων και μεταδοτικών ασθενειών, αν και αναγνωρίζονται στη Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή, δεν έχουν αρχίσει να υλοποιούνται επαρκώς.

Σε ό,τι αφορά το ερώτημα (γ), δηλαδή το ύψος των επενδύσεων που πρέπει να προέλθει από δημόσιους πόρους, εκτιμήσαμε ότι από τα 3,4 δις. Ευρώ των αναγκαίων επενδύσεων, άνω του 70% (2,5 δις.) πρέπει να διατεθούν από δημόσιους πόρους για την προστασία και αναβάθμιση διαφόρων υποδομών, καθώς και για χορηγίες ή άλλες χρηματικές ενισχύσεις προς τους ιδιώτες για να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προσαρμογής.

Οι πιο πάνω επενδύσεις είναι οι απολύτως απαραίτητες για να αντιμετωπιστούν τα σοβαρότερα αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης, και μάλιστα είναι πολύ χαμηλότερες σε ύψος από τις ζημιές που αναμένονται αν δεν υλοποιηθούν τα μέτρα αυτά. Η Εικόνα 4 δείχνει τις αναμενόμενες οικονομικές επιπτώσεις έως το 2050, συγκεντρώνοντας τα πιο πρόσφατα στοιχεία από διαφορετικές αναλύσεις που έχουν διεξαχθεί είτε ειδικά για την Κύπρο, είτε από εκτιμήσεις που έγιναν για άλλες μεσογειακές χώρες και προσαρμόστηκαν στα κυπριακά δεδομένα. Η παρούσα αξία αυτών των ζημιών ξεπερνάει τα 13 δις. Ευρώ σε σημερινές τιμές. Αυτό σημαίνει ότι οι αναγκαίες επενδύσεις προσαρμογής (που αναφέρθηκε πιο πάνω ότι εκτιμώνται σε 3,4 δις.) θα βοηθήσουν να αποφύγουμε το μεγαλύτερο μέρος των ζημιών ύψους 13 δις.

Συνεπώς, όπως έχουν δείξει και πολλές άλλες διεθνείς μελέτες που παρατίθενται στη βιβλιογραφία στο τέλος του παρόντος Σχολίου, η προσαρμογή στην κλιματική κρίση αποφέρει πολλαπλάσια οφέλη και πρέπει να τεθεί ως προτεραιότητα στην οικονομική πολιτική.

 

figure4

Εικόνα 4: Επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης κλιματικής αλλαγής ανά τομέα.

 

Το όφελος από τις επενδύσεις προσαρμογής είναι αισθητά μεγαλύτερο εάν συνεκτιμηθούν οι πιθανές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης έως το 2100. Λόγω της αβεβαιότητας ως προς τις εξελίξεις στο δεύτερο μισό του 21ου αιώνα, δεν παρέχουμε τέτοιες εκτιμήσεις κόστους-οφέλους σε αυτό το Σχόλιο. Είναι όμως φανερό από όλες ανεξαιρέτως τις επιστημονικές προβλέψεις ότι τα πιο έντονα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής αναμένονται μετά το 2050 και μπορεί να πολλαπλασιάσουν το κόστος αν δεν ληφθούν από σήμερα κατ’ ελάχιστο τα μέτρα προσαρμογής που περιλαμβάνονται στην εθνική Στρατηγική που προαναφέρθηκε.
 
Σημειώνεται ότι οι πιο πάνω υπολογισμοί του κόστους της ανεξέλεγκτης κλιματικής αλλαγής έως το 2050 είναι ήδη αρκετά συντηρητικοί, διότι δεν περιλαμβάνουν:
  • Επιπτώσεις που μπορεί να εξελιχθούν με μη γραμμικό τρόπο επειδή θα έχουν ξεπεραστεί κάποια σημεία ισορροπίας (tipping points) των οικοσυστημάτων τα οποία δεν γνωρίζουμε επαρκώς.
  • Έντονα καιρικά φαινόμενα (παρατεταμένοι καύσωνες, ξαφνικές πλημμύρες λόγω μεγάλου ύψους βροχόπτωσης, έντονη λειψυδρία). Τέτοια φαινόμενα θεωρείται ότι εμφανίζονται σπάνια, όμως λόγω κλιματικής αλλαγής παρατηρούνται όλο και συχνότερα σε διάφορα μέρη του κόσμου.
  • Αλυσιδωτές επιπτώσεις φαινομένων. Για παράδειγμα, η υπερθέρμανση ηλεκτρικών καλωδίων και η αστοχία τους λόγω χαμηλής ανθεκτικότητας σε παρατεταμένους καύσωνες, εκτός από την άμεση ζημιά, οδηγεί και σε διακοπές ηλεκτροδότησης και πιθανώς σε δασικές πυρκαγιές.
  • Επιπτώσεις που ακόμα είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθούν ποσοτικά (λ.χ. απώλεια βιοποικιλότητας στη στεριά και στη θάλασσα ή ζημιές σε μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς).

 

Προτάσεις Πολιτικής

Πέρα από τις προβλέψεις για αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές, οι δημόσιες επενδύσεις που προαναφέρθηκαν και απαιτούνται για την προσαρμογή στην κλιματική κρίση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχεδιασμό του κράτους. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να θεωρούνται κόστος, αλλά επένδυση για τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας και της κοινωνικής ευημερίας που αναμένεται να επιδεινωθεί σοβαρά χωρίς μέτρα προσαρμογής. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο Σχόλιο Πολιτικής, οι αποφάσεις που λαμβάνονται πρέπει να αξιολογούνται με σημείο αναφοράς όχι την παρούσα κατάσταση, που δεν είναι διατηρήσιμη, αλλά τη νέα κανονικότητα, που χαρακτηρίζεται από τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής τα αμέσως επόμενα χρόνια.
 
Βεβαίως, επειδή το κλίμα θα αλλάζει, τόσο η επιλογή μέτρων προσαρμογής όσο και η χρηματοδότησή τους θα πρέπει να παρακολουθούνται από τα αρμόδια Υπουργεία αλλά και από το Υπουργείο Οικονομικών και να προσαρμόζονται δυναμικά όποτε χρειάζεται.
 
Για τα επόμενα 10-20 χρόνια, οι επιπτώσεις αναμένεται να επηρεάζονται τόσο από τη φυσική μεταβλητότητα του σημερινού κλίματος όσο και από κλιματική αλλαγή μικρής σχετικά έκτασης, οπότε η αβεβαιότητα για τα απαραίτητα μέτρα δεν είναι μεγάλη. Οι επενδύσεις που θα πρέπει να γίνουν με σχετικά μικρή διάρκεια ζωής, λ.χ. μέχρι 20 χρόνια, είναι περίπου γνωστές (λ.χ. νέες μονάδες αφαλάτωσης, νέα μέσα πρόληψης πυρκαγιών, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για θέματα υγείας) και θα πρέπει να προχωρήσουν σύμφωνα με τον σχεδιασμό της εθνικής Στρατηγικής.
 
Όταν πρέπει να αποφασιστούν επενδύσεις που έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής που εκτείνεται μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, λ.χ. η ενίσχυση των παράκτιων υποδομών ή του ηλεκτρικού δικτύου και οι παρεμβάσεις για μείωση της θερμοκρασίας στις πόλεις, η αβεβαιότητα αυξάνεται, διότι η αλλαγή του κλίματος έως το 2100 εξαρτάται από την εξέλιξη και την αλληλεπίδραση διάφορων φυσικών φαινομένων, αλλά και από την έκταση της μείωσης των εκπομπών που θα πετύχει η ανθρωπότητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο σχεδιασμός θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις πιθανότητες υλοποίησης διαφορετικών κλιματικών σεναρίων και να περιλαμβάνει συστήματα συνεχούς παρακολούθησης, ώστε οι υποδομές να μπορούν να ενισχυθούν άμεσα εάν οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης εξελιχθούν χειρότερα.
 
Σε ό,τι αφορά τα δημόσια οικονομικά, αν δεν υπάρξουν σοβαρές αρνητικές εκπλήξεις ως προς τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης έως το 2050, η δημόσια χρηματοδότηση των μέτρων προσαρμογής βρίσκεται μάλλον μέσα στις δυνατότητες της κυπριακής οικονομίας, αρκεί να ανα-κατευθυνθούν δημόσιες δαπάνες προς τα απαιτούμενα έργα προσαρμογής.
 
Θα πρέπει ωστόσο να ληφθεί υπόψη ότι για την περίοδο μετά το 2050, οπότε αναμένονται οι χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και του δημόσιου χρέους μπορεί να τεθεί σε σοβαρό κίνδυνο. Αν δεν ληφθούν από τώρα σοβαρά μέτρα προσαρμογής – τουλάχιστον αυτά που προβλέπονται στην εθνική Στρατηγική – οι ανάγκες για ενίσχυση και αποκατάσταση υποδομών και αποζημιώσεις φυσικών καταστροφών μπορεί να εκτροχιάσουν τις κρατικές δαπάνες.
 
Η βιβλιογραφία αναφέρει ότι οι δαπάνες για έγκαιρη κλιματική προσαρμογή μπορεί να έχουν θετικό μακροοικονομικό αντίκτυπο και να διατηρήσουν τη δημοσιονομική ισορροπία. Αυτό όμως προϋποθέτει έγκαιρη λήψη μέτρων και κατάλληλη ανακατανομή των δημόσιων δαπανών. Γενικότερα, η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμό στα δημόσια οικονομικά: όπως αναφέρει σχετική μελέτη που διενεργήθηκε αναφορικά με το δημόσιο χρέος πολλών χωρών, η περιβαλλοντική βιωσιμότητα αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη μακροχρόνια δημοσιονομική βιωσιμότητα.
 
Εκτός όμως από τις δημοσιονομικές και ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις αν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής, η ανεξέλεγκτη κλιματική κρίση υπονομεύει και την κοινωνική δικαιοσύνη. Σε παγκόσμιο επίπεδο, επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει την οικονομική ανισότητα μέσα σε μια χώρα, ειδικά στις πιο θερμές περιοχές του πλανήτη όπως η δική μας. Πρόσφατη πανευρωπαϊκή μελέτη που διενεργήθηκε για την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αναδεικνύει ότι η Κύπρος αναμένεται να είναι από τις χώρες με τις εντονότερες αρνητικές επιπτώσεις στα ευάλωτα νοικοκυριά λόγω κλιματικής αλλαγής. Θα αυξηθούν οι δαπάνες των νοικοκυριών για τρόφιμα, ηλεκτρισμό και υπηρεσίες υγείας. Αυτές οι κατηγορίες δαπανών είναι αντίστροφα προοδευτικές (regressive), δηλαδή τα φτωχότερα νοικοκυριά δαπανούν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για αυτές. Επίσης, αναμένονται αρνητικές συνέπειες στην παραγωγικότητα της εργασίας και πιθανώς σταδιακή απώλεια της αξίας της ακίνητης περιουσίας των νοικοκυριών.
 
Τα αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν σε αυτό το Σχόλιο Πολιτικής τα θέτουμε υπόψη της επιστημονικής κοινότητας, με την προοπτική να αναθεωρήσουμε τους υπολογισμούς στο μέλλον, εάν διαπιστωθούν λάθη ή παραλείψεις. Επειδή οι εκτιμήσεις σχετικά με το κόστος της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή είναι εγγενώς αβέβαιες, μπορεί να είναι χρήσιμο να εμπλουτιστούν από αποτελέσματα επιπλέον μελετών που ίσως δεν λάβαμε υπόψη ή από νεότερες αναλύσεις που θα δημοσιευτούν το επόμενο διάστημα. Σε κάθε περίπτωση, υπογραμμίζουμε ότι και οι δύο πυλώνες της κλιματικής πολιτικής (μετριασμός της κλιματικής αλλαγής με μείωση των εκπομπών και προσαρμογή στην ήδη συντελούμενη κλιματική αλλαγή) είναι ταυτόχρονα απαραίτητοι για την οικονομική ευημερία, την κοινωνική συνοχή αλλά και τη δημοσιονομική σταθερότητα στην Κύπρο. Η οικονομική πολιτική δεν έχει περιθώριο να αγνοήσει την κλιματική κρίση.
 

 
Το παρόν Σχόλιο βασίζεται σε μελέτη που διενεργήθηκε στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου ACCREU (Assessing Climate Change Risk in Europe) που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του προγράμματος Horizon Europe. Μέρος των αποτελεσμάτων που αξιοποιήθηκαν στη μελέτη προέκυψαν από το έργο «Οικονομικές Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην Κύπρο» που διενεργείται σε συνεργασία με το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου με χρηματοδότηση του κυπριακού Υπουργείου Οικονομικών. Οι απόψεις που εκφράζονται είναι του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις των οργανισμών που χρηματοδότησαν τη μελέτη. Όλα τα λάθη και οι παραλείψεις είναι του συγγραφέα.
 

Βιβλιογραφία

Ακαδημία Αθηνών (2023). Η Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή. https://repository-theophrastus.ekt.gr/theophrastus/bitstream/20.500.12038/277/1/%ce%88%ce%ba%ce%b8%ce%b5%cf%83%ce%b7_%ce%95%ce%91%ce%94%ce%9f.pdf
 
Τράπεζα της Ελλάδος (2011). Οι Περιβαλλοντικές, Οικονομικές και Κοινωνικές Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην Ελλάδα. https://www.bankofgreece.gr/Publications/%CE%A0%CE%BB%CE%B7%CF%81%CE%B7%CF%82_%CE%95%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7.pdf
 
Bachner, G., Bednar-Friedl, B. and Knittel, N., 2019. How does climate change adaptation affect public budgets? Development of an assessment framework and a demonstration for Austria. Mitigation and Adaptation Strategies for Global Change 24, 1325–1341. https://doi.org/10.1007/s11027-019-9842-3
 
Bellon M. and Massetti E., 2022. “Economic Principles for Integrating Adaptation to Climate Change into Fiscal Policy.” IMF Staff Climate Note 2022/001, International Monetary Fund, Washington, DC. ISBN 978-1-51359-273-2.
 
Calcaterra, M., Consiglio, A., Martorana, V., Tavoni, M. and Zenios, S.A., 2024. Sovereigns on Thinning Ice: Debt Sustainability, Climate Impacts, and Adaptation. SSRN Working Paper. http://dx.doi.org/10.2139/ssrn.5074531
 
European Environment Agency, Assessing the costs and benefits of climate change adaptation. April 2023. https://www.eea.europa.eu/publications/assesing-the-costs-and-benefits-of
 
 
Gilli M., Calcaterra M., Emmerling J. and Granella F., Climate change impacts on the within-country income distributions. Journal of Environmental Economics and Management, Volume 127, 2024, 103012. https://doi.org/10.1016/j.jeem.2024.103012.
 
Hallegatte, S., Rentschler, J. and Rozenberg, J. 2019. Lifelines: The Resilient Infrastructure Opportunity. Washington DC: World Bank. http://hdl.handle.net/10986/31805.
 
IEEP (Institute for European Environmental Policy), 2012. Methodologies for Climate Proofing Investments and Measures under Cohesion and Regional Policy and the Common Agricultural Policy – Final Report. https://climate.ec.europa.eu/system/files/2016-11/climate_proofing_en.pdf
 
IMF (International Monetary Fund), 2024. Addressing Climate Change in Cyprus: Policy Options and Strategies. eISBN: 9798400276439.
 
Leon et al., 2021. Downscaling climate change impacts, socio-economic implications and alternative adaptation pathways for islands and outermost regions. Madrid: McGrawHill. https://doi.org/10.5281/zenodo.5141549
 
Vousdoukas, M.I., Mentaschi, L., Voukouvalas, E., Bianmchi, A., Dottori, F. and Feyen, L., 2018. Climatic and socioeconomic controls of future coastal flood risk in Europe. Nature Climate Change 8: 776–780. https://doi.org/10.1038/s41558-018-0260-4
 
Vousdoukas, M.I., Mentaschi, L. Hinkel, J., Ward, P.J., Mongelli, I., Ciscar, J.-C. and Geyen, L., 2020. Economic motivation for raising coastal flood defenses in Europe. Nature Communications 11:2119. https://doi.org/10.1038/s41467-020-15665-3
 
 
 
 

Μεθοδολογικό σημείωμα

Ακολουθήσαμε τα πιο κάτω στάδια:

  1. Εξετάσαμε τον κατάλογο μέτρων που περιλαμβάνονται στην υπό αναθεώρηση Εθνική Στρατηγική της Κύπρου για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ), που βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση αυτό τον καιρό (Φεβρουάριος 2025). Η ΕΣΠΚΑ περιλαμβάνει 119 πολιτικές και μέτρα σε 17 τομείς: Γεωργία, Βιοποικιλότητα και Οικοσυστήματα, Πολιτιστική Κληρονομιά, Πολιτική Προστασία, Οικονομία και Βιομηχανία, Ενέργεια, Αλιεία και Ιχθυοκαλλιέργειες, Δάση, Δημόσια Υγεία, Διαχείριση Υδάτων, Παράκτιες Περιοχές, Εδάφη, Χωροταξικός Σχεδιασμός, Τουρισμός, Μεταφορές και Κτίρια, οριζόντια θέματα Διακυβέρνησης και οριζόντια θέματα Εκπαίδευσης.

  2. Για κάθε μέτρο, η Στρατηγική περιλαμβάνει μια ποιοτική εκτίμηση κόστους (χαμηλό, μέτριο, υψηλό). Εκτιμήσαμε πιο συγκεκριμένα το πιθανό κόστος κάθε μέτρου, διασταυρώνοντας τις πληροφορίες ανά μέτρο με αυτές που περιλαμβάνονται σε άλλα κρατικά κείμενα στρατηγικής και χρησιμοποιώντας επιπλέον δεδομένα από άλλες πηγές.

  3. Θεωρήσαμε ότι τα μέτρα εκφράζουν σε μεγάλο βαθμό με ικανοποιητική προσέγγιση τις επενδυτικές ανάγκες για προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Μεγάλο μέρος αυτών έχουν χρονικό ορίζοντα το 2030, αλλά μερικά μέτρα εκτείνονται και σε ευρύτερο χρονικό ορίζοντα – όπως άλλωστε και η ίδια η Στρατηγική – και αντιστοιχούν σε ανάγκες μέχρι το 2050. Σε ορισμένες περιπτώσεις προσθέσαμε επενδύσεις που δεν περιλαμβάνονταν στην ΕΣΠΚΑ (λ.χ. κινητές μονάδες αφαλάτωσης που ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο του 2024 ότι θα εγκατασταθούν σύντομα).

  4. Τα μέτρα της ΕΣΠΚΑ, ωστόσο, δεν καλύπτουν όλες τις ανάγκες έως το 2050 γιατί σε μεγάλο βαθμό αναφέρονται σε νέες πολιτικές και πρωτοβουλίες. Γι’ αυτό, περιλάβαμε επιπλέον επενδύσεις που θεωρήσαμε σημαντικές και θα πρέπει να γίνουν μεταξύ 2030 και 2050, όπως λ.χ. η ανανέωση, αναθεώρηση ή επέκταση των συμβάσεων των υφιστάμενων μονάδων αφαλάτωσης, για τις οποίες οι συμφωνίες του κράτους με τους επενδυτές που λειτουργούν τις μονάδες λήγουν πριν από το 2050.

  5. Σε άλλες περιπτώσεις, δεν περιλάβαμε στο επιπλέον κόστος προσαρμογής κάποιες επενδύσεις που αναφέρονται στην ΕΣΠΚΑ, οι οποίες σαφώς συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά υλοποιούνται έτσι κι αλλιώς για αντιμετώπιση των ήδη υφιστάμενων αναγκών και άρα δεν πρέπει να θεωρηθούν επιπρόσθετες δαπάνες. Παραδείγματα τέτοιων μέτρων είναι η μείωση των διαρροών νερού στα δίκτυα υδατοπρομήθειας, τα σχέδια αντιμετώπισης πλημμυρών και τα υφιστάμενα μέτρα προστασίας από δασικές πυρκαγιές. Ο λόγος που δεν περιλάβαμε το κόστος τέτοιων μέτρων ήταν για να μη δοθεί μια υπερβολική εκτίμηση των επιπρόσθετων επενδύσεων προσαρμογής.

  6. Ελέγχοντας τις πληροφορίες που περιέχονται στην ΕΣΠΚΑ για κάθε μέτρο, καταγράψαμε κατά πόσο το εν λόγω μέτρο (α) βρίσκεται σε εξέλιξη, (β) έχει συμπεριληφθεί εν μέρει ή πλήρως στα σχέδια και τους προϋπολογισμούς των δημόσιων αρχών ή (γ) δεν υπάρχει ακόμη πρόβλεψη. Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατό να προσδιοριστούν εκείνες οι επενδυτικές ανάγκες ανά τομέα πολιτικής που βρίσκονται σε εξέλιξη ή έχουν ήδη προγραμματιστεί.

  7. Συγκρίνοντας το σύνολο των μέτρων και των επιπλέον επενδυτικών αναγκών που προκύπτουν (από τα στάδια 3-5 πιο πάνω) με τα ήδη προγραμματισμένα μέτρα (στάδιο 6) καταλήξαμε στην εκτίμηση των ελλείψεων που υπάρχουν σε μέτρα προσαρμογής και στο έλλειμμα χρηματοδότησής τους.

  8. Για να αξιολογήσουμε το κόστος επένδυσης και το κόστος λειτουργίας/συντήρησης κάθε μέτρου προσαρμογής, συμβουλευτήκαμε πρόσθετα έγγραφα πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως:
    1. Το Εθνικό Επενδυτικό Πλάνο Υδατικών Έργων του Σεπτεμβρίου 2024.
    2. Το Στρατηγικό Σχέδιο Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Κύπρου για την περίοδο 2023-2027, το οποίο περιλαμβάνει διάφορες επενδύσεις και προγράμματα επιχορήγησης που αφορούν την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή στη γεωργία, τη δασοκομία και τη βιοποικιλότητα.
    3. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα και την Εθνική Στρατηγική Ανακαίνισης Κτιρίων που υποβλήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Δεκέμβριο του 2024.
    4. Το Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης του Συστήματος Μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας 2024-2033.
    5. To έργο της Ετοιμασίας Χαρτών Επικινδυνότητας Πλημμύρας που περιλαμβάνεται στο Αναθεωρημένο Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας του Οκτωβρίου 2023.
  9. Για να εκτιμήσουμε το κόστος των ανεξέλεγκτων επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (δηλαδή τις ζημίες αν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής), ώστε να το συγκρίνουμε με τις προαναφερθείσες επενδυτικές ανάγκες, χρησιμοποιήσαμε πληροφορίες από πολυάριθμες επιστημονικές μελέτες, με αποτελέσματα ειδικά για την Κύπρο όπου ήταν εφικτό (βλ. βιβλιογραφία στο τέλος του κειμένου). Επίσης, αξιοποιήσαμε αποτελέσματα εκτιμήσεων τις οποίες διενεργούμε αυτή την περίοδο για να παρέχουμε προς το Υπουργείο Οικονομικών, σε συνεργασία με το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου, εκτιμήσεις των οικονομικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Η εργασία αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη. Μέχρι τώρα ήταν δυνατή η εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων έως το 2050 (και ενίοτε έως και το 2100) για τους τομείς της ζήτησης ενέργειας, της ανθεκτικότητας του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, της θνησιμότητας λόγω υψηλών θερμοκρασιών, των υδάτινων πόρων, της γεωργίας, του τουρισμού, των παράκτιων υποδομών και των δασών.

Οι υπολογισμοί είναι διαθέσιμοι για σχολιασμό εδώ και εδώ.

 

Publications & Media